Μια έκθεση στο Μουσείο Τέχνης του Ορλάντο, που έχει ξεσηκώσει θύελλα συζητήσεων, παρουσιάζει μια σπάνια ομάδα έργων του Μπασκιά που προέρχονται από ιδιωτική συλλογή η οποία έρχεται στο φως για πρώτη φορά.
Tην εποχή του τραγικού θανάτου του, το 1988, σε ηλικία είκοσι επτά ετών, ο Jean-Michel Basquiat είχε γίνει διάσημος στον κόσμο της τέχνης και σύμβολο της ποπ κουλτούρας. Ο Μπασκιά, που έγινε γνωστός για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ως καλλιτέχνης γκράφιτι στο Lower East Side του Μανχάταν, σήμερα θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους και πιο ακριβούς καλλιτέχνες του 20ού αιώνα.

Η έκθεση του Μουσείου Τέχνης του Ορλάντο «Heroes and Monsters» παρουσιάζει μια σπάνια ομάδα έργων του Μπασκιά που προέρχονται από ιδιωτική συλλογή η οποία έρχεται στο φως για πρώτη φορά. Τα 25 έργα δημιουργήθηκαν το 1982 ενώ ο καλλιτέχνης ζούσε προσωρινά στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια. Αυτή θεωρείται από πολλούς η καλύτερη περίοδος στη σύντομη καριέρα του Μπασκιά. Μέχρι το 1982, είχε καθιερώσει το χαρακτηριστικό ακατέργαστο εξπρεσιονιστικό ύφος του και το συμβολικό λεξιλόγιο που θα συνέχιζε να επαναλαμβάνει στη δουλειά του.

Πρόκειται για μια έκθεση που έχει ξεσηκώσει θύελλα συζητήσεων. Δεν είναι και λίγα εικοσιπέντε έργα της καλύτερης περιόδου του Μπασκιά που μέχρι σήμερα δεν τα ήξερε κανένας. Η αξία του έργου του σήμερα έχει εκτοξευθεί: το 2017 ένας από τους πίνακές του πουλήθηκε για 110,5 εκατομμύρια δολάρια στον οίκο Sotheby’s. Τα έργα που έχουν βρεθεί υπολογίζεται να έχουν συνολική αξία πάνω από 100 εκατομμύρια δολάρια.

Οι 25 μυστηριώδεις Μπασκιά είναι έργα σε χαρτόνι και βρέθηκαν σε μια μονάδα αποθήκευσης ενός σεναριογράφου του Χόλιγουντ. Όλοι θυμούνται ότι το έργο της Βίβιαν Μάγιερ είχε ανακαλυφθεί με παρόμοιο τρόπο, και ως γνωστόν ο κόσμος της τέχνης λατρεύει να ανακαλύπτει νέα έργα.
Αγαπημένος των συλλεκτών και θρυλική πλέον φιγούρα στον χώρο της τέχνης, ο Jean-Michel Basquiat άφησε πίσω του έργα που αποτελούν μερικά από τα πιο ακριβά σε όλο τον κόσμο, με τιμές-ρεκόρ σε δημοπρασίες, ενώ οι εκθέσεις έργων του, όπως αυτή στο Μπρούκλιν και στο Μπάρμπικαν, σημειώνουν ρεκόρ προσέλευσης.
Αυτή η ανακάλυψη έρχεται βεβαίως στην «καλύτερη στιγμή», λίγο πριν τις 9 Απριλίου 2022, ημερομηνία εγκαινίων της έκθεσης «Κing Pleasure», την οποία σχεδιάζει ο αρχιτέκτονας Σερ Ντέιβιντ Ατζάγιε και θα περιλαμβάνει –για πρώτη φορά από τον τραγικό θάνατό του το 1988 σε ηλικία 27 ετών– έργα του Jean-Michel Basquiat από την προσωπική συλλογή των μελών της οικογένειάς του. Το μεγαλύτερο μέρος των έργων που θα εκτεθούν στο κτίριο Starrett-Lehigh στο Τσέλσι δεν έχει προβληθεί ποτέ δημοσίως. Η ιδέα της έκθεσης των έργων ανήκει στις αδερφές του, Λιζάν Μπασκιά και Ζανίν Εριβό, που συνδιευθύνουν το ίδρυμα Μπασκιά με τη μητριά τους Νόρα Φιτζπάτρικ.
Αγαπημένος των συλλεκτών και θρυλική πλέον φιγούρα στον χώρο της τέχνης, ο Μπασκιά άφησε πίσω του έργα που αποτελούν μερικά από τα πιο ακριβά σε όλο τον κόσμο, με τιμές-ρεκόρ σε δημοπρασίες, ενώ οι εκθέσεις έργων του, όπως αυτή στο Μπρούκλιν και στο Μπάρμπικαν, σημειώνουν ρεκόρ προσέλευσης.

Αυτή η ιστορία ακούγεται πολύ καλή για να είναι αληθινή και για κάποιους στον κόσμο της τέχνης είναι. Όλοι οι πίνακες που έχουν εκτεθεί στο Μουσείο Τέχνης του Ορλάντο, σύμφωνα με το μουσείο, δημιουργήθηκαν στα τέλη του 1982, ενώ ο 22χρονος Jean-Michel Basquiat ζούσε και δούλευε σε ένα στούντιο κάτω από το σπίτι του Λάρι Γκαγκόσιαν στο Βένις της Καλιφόρνια, ετοιμάζοντας νέους καμβάδες για μια επίδειξη στον έμπορο έργων τέχνης για την γκαλερί του στο Λος Άντζελες.
Σύμφωνα με τον Άαρον ντε Γκροφτ, διευθυντή και διευθύνοντα σύμβουλο του Μουσείου του Ορλάντο, ο Jean-Michel Basquiat πούλησε τα έργα σε χαρτόνι απευθείας στον τηλεοπτικό σεναριογράφο Θαντ Μάμφορντ που πέθανε το 2018 και πήρε γρήγορα τα χρήματα σε μετρητά, 5.000 δολάρια, χωρίς να το γνωρίζει ο Γκαγκόσιαν. Το γιατί ήθελε μετρητά και γρήγορα βγάζει κάπως νόημα.
Τα 25 έργα τέχνης στη συνέχεια εξαφανίστηκαν για τρεις δεκαετίες, λέει το μουσείο, και επανεμφανίστηκαν μόνο το 2012, αφού ο Μάμφορντ δεν μπορούσε να πληρώσει τον λογαριασμό για τη μονάδα αποθήκευσης και το περιεχόμενό της, αναμνηστικά του μπέιζμπολ και εφήμερα της τηλεοπτικής βιομηχανίας, δημοπρατήθηκε. Δυο κυνηγοί μικρών δημοπρασιών είδαν φωτογραφίες από τα πολύχρωμα χαρτόνια και τελικά άρπαξαν την παρτίδα – για περίπου 15.000 δολάρια.
Αλλά η κύρια απόδειξη στο μυαλό του Ντε Γκροφτ ήταν ένα σύντομο ποίημα του Μάμφορντ το 1982, που μνημονεύει τη δημιουργία των έργων τέχνης και τη συνάντηση που οι ιδιοκτήτες λένε ότι έγινε μεταξύ του Μπασκιά και του Μάμφορντ, ενός από τους λίγους μαύρους σεναριογράφους που εργάζονταν στην τηλεόραση εκείνη την εποχή. Ο Μάμφορντ ήταν παραγωγός και σεναριογράφος για το κορυφαίο «M*A*S*H».
Οι στίχοι φαίνεται να αναφέρονται στο κοινό πνεύμα των δύο ανδρών ως «δεν είναι πλέον ξένοι, οι γνώστες της βιομηχανίας λαμβάνουν χρυσές κορώνες… Κινηματογραφούμε, γράφουμε, κινηματογραφούμε, ζωγραφίζουμε».
Η ιστορία είναι εντυπωσιακή. Ο Γκαγκόσιαν είπε σχετικά με τη δημιουργία αυτών των έργων ότι «βρίσκει το σενάριο της ιστορίας εξαιρετικά απίθανο» και κάποιοι επιμελητές που είναι γνωστό ότι γράφουν ευρέως για το έργο του Jean-Michel Basquiat σιώπησαν ηχηρά στο άκουσμα της έκθεσης στο Ορλάντο.
Ο διευθυντής του Μουσείου του Ορλάντο επιμένει ότι είναι αληθινοί. «Η φήμη μου διακυβεύεται», είπε σε συνέντευξή του. «Και δεν έχω απολύτως καμία αμφιβολία ότι πρόκειται για Μπασκιά». Μάλιστα, ανέφερε μια σειρά από πιστοποιήσεις που παραγγέλθηκαν από τους σημερινούς ιδιοκτήτες των έργων τέχνης.
Ο Τζέιμς Μπλάνκο, εμπειρογνώμονας γραφής, αποφάνθηκε ότι οι υπογραφές που εμφανίζονται σε πολλούς από τους πίνακες είναι του Μπασκιά. Η ανάλυση του 2017 από την αναπληρώτρια καθηγήτρια τέχνης του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ Τζορντάνα Μουρ, συγγραφέα του βιβλίου «Reading Basquiat: Exploring Ambivalence in American Art», απέδωσε τους πίνακες στον Jean-Michel Basquiat και τέλος ο Ντιέγκο Κορτέζ, ένας από τους πρώτους υποστηρικτές του καλλιτέχνη και ιδρυτικό μέλος της διαλυμένης πλέον επιτροπής ελέγχου ταυτότητας του ιδρύματός του, κήρυξε καθέναν από τους πίνακες ως γνήσιο Μπασκιά.
«Το ποίημα είναι σχεδόν σαν απόδειξη, αναφέρεται στα έργα, αναφέρεται στις επιγραφές στα έργα, αναφέρεται στην εποχή», είπε ο Ντε Γκροφτ. «Δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία».